ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΗ ΘΕΣΗ

Πηγή: Καζά Κ.

Το σύγχρονο παραθαλάσσιο προάστιο του Αλίμου, που ονομάστηκε Δήμος μετά το 1968, τοποθετείται ανάμεσα στον Υμηττό και τη θάλασσα του Σαρωνικού. Συνορεύει στα βορειοανατολικά με τον Αγ. Δημήτριο, την Ηλιούπολη και την Αργυρούπολη ενώ στα νότια με το Παλαιό Φάληρο και το Ελληνικό (Χασάνι).

Πήρε το όνομά του από τον αρχαίο δήμο Αλιμούντα που βρίσκονταν στα δυτικά του δήμου του Ευώνυνου και έφτανε μέχρι την ακτή συμπεριλαμβάνοντας και την Κωλιάδα Άκρα, δηλαδή το σημερινό ακρωτήριο του Αγ. Κοσμά. Απείχε δε από την Αθήνα περίπου 7 χιλιόμετρα. Στα αρχαία ελληνικά ‘αλς’ σημαίνει θάλασσα, αλάτι, ενώ ‘Άλιμος’ ονομάζεται το φυτό αρμυρήθρα που φύονταν άφθονο στην περιοχή.

Οι δυο αυτοί δήμοι που πρέπει να σχηματίστηκαν τον 6ο αιώνα π.Χ. με τις μεταρρυθμίσεις του Κλεισθένη, βρίσκονταν στα δυτικά του Υμηττού, ήταν όμοροι και στο μεγαλύτερο μέρος τους συνέπιπταν με τον σημερινό Άλιμο. Συμμετείχαν με εκπροσώπους τους στη Βουλή των πεντακοσίων και οι κάτοικοί τους είχαν πάρει μέρος στους Μηδικούς πολέμους.

Πιο συγκεκριμένα, ο αρχαίος δήμος Αλιμούντος αναπτύχθηκε κατά μήκος της παράκτιας ζώνης, ξεκινώντας από το ρέμα της Πικροδάφνης στα βόρεια και εκτεινόμενος μέχρι και τη χερσονησίδα του Αγ. Κοσμά στα νότια.

Σε κεντρικό σημείο του δήμου υψώνεται η κορυφή του λόφου Πανί με τα χαμηλότερα σκέλη του στα δυτικά και ακτινωτά γύρω του βρίσκονται ο λόφος της Αγίας Άννας στα νότια, ο λόφος Τρουμπάρι στα ανατολικά, ο λόφος της οικίας Γερουλάνου στα βορειοανατολικά και ανατολικότερα ο χαμηλός λόφος στη θέση Κοντοπήγαδο επι της Λεωφόρου Βουλιαγμένης. Στον Αλιμούντα αποδίδεται ένα θρησκευτικό κέντρο στην Κωλιάδα Άκρα και ένα θρησκευτικό και δημοτικό κέντρο στο λόφο της Αγίας Άννας, που πλέον ονομάζεται λόφος Κοινωνικής Δικαιοσύνης, αν και σύμφωνα με την κυρία Καζά θα ήταν πιο αντιπροσωπευτικό να ονομάζεται ‘Λόφος Θεσμοφορίου’.

Ο δήμος Αλιμούντος που βρίσκονταν ανάμεσα στους δήμους των Φαληραίων και των Αιξωνέων στα νότια και τα ανατολικά αντίστοιχα, ανήκε στη Λεοντίδα φυλή και ήταν μάλλον αραιοκατοικημένος όπως συμπεραίνεται από τις σχετικές αναφορές του ρήτορα Δημοσθένη. Δεν αριθμούσε πολλούς κατοίκους, μόνο 73 καταγεγραμμένους δημότες, ούτε διέθετε εκτεταμένους οικιστικούς πυρήνες καθώς η κοντινή απόστασή του από την Αθήνα επέτρεπε την αυθημερόν επίσκεψη κάποιου στην περιοχή για την επίβλεψη των κτημάτων του.

Επρόκειτο για τόπο πεδινό, φτωχό σε χώμα, με χαμηλούς λόφους, χειμάρρους και 3 ρέματα: της Πικροδάφνης στα βόρεια, του Αγ. Δημητρίου στα κεντρικά και των Τραχώνων στα νότια. Τα ρέματα διέθεταν νερό καθ’ όλη σχεδόν τη διάρκεια του έτους και οι διερχόμενοι χείμαρροι συνέβαλαν ουσιαστικά στην οικονομία του τόπου.

Ο δήμος του Ευώνυμου πήρε το όνομά του από τον ήρωα Ευώνυμο γιο της Γης και του Ουρανού ή του Κηφισσού και ανήκε στην αστική τριττύ της Ερεχθηίδος φυλής. Εκτείνονταν δυτικά του Υμηττού και συνόρευε βόρεια με το δήμο Αλωπεκής, βορειοανατολικά με το δήμο Θημακού, νοτιοδυτικά με το δήμο Αλιμούντος και νότια με το δήμο Αιξωνής. Αναπτύχθηκε δηλαδή κατά μήκος της σημερινής λεωφόρου Βουλιαγμένης περιλαμβάνοντας και τμήμα των σύγχρονων δήμων Ηλιούπολης, Αργυρούπολης και Ελληνικού.

Σύμφωνα με τα ευρήματα των τελευταίων τριάντα χρόνων, έχει προκύψει ότι και ο δήμος του Ευώνυμου διέθετε δύο πυρήνες – κέντρα πάνω και γύρω από δυο λόφους. Ο βόρειος πυρήνας εντοπίζεται στην περιοχή του λόφου της οικίας Γερουλάνου και ο νότιος στην περιοχή του λόφου Χασάνι (πρώην αεροδρόμιο Ελληνικού).

Σε αντίθεση με το δήμο Αλιμούντος, ο δήμος του Ευώνυμου, του οποίου οι κάτοικοι ασχολούνταν με τη γεωργία, την κτηνοτροφία και τη μελισσοκομεία, έστελνε δέκα βουλευτές στην Αθηναϊκή Βουλή και συνεπώς κατατάσσεται από άποψη πληθυσμού στους μεσαίους ή σχετικά μεγάλους δήμους.

Όλοι οι δήμοι που βρίσκονταν στα δυτικά του Υμηττού συνδέονταν με το άστυ των Αθηναίων, τον Φαληρικό λιμένα και με τον Πειραιά (από το α’ μισό του 5ου αιώνα π.Χ.) με δυο κεντρικούς οδικούς άξονες που ήταν συγχρόνως και ταφικοί. Είχαν κατεύθυνση από Βορρά προς Νότο και συμπίπτουν με τη χάραξη των σύγχρονων λεωφόρων Βουλιαγμένης και Ποσειδώνος.

Πηγή: Καζά Κ. 

Η ανάγκη κατασκευής οδικού δικτύου απαραίτητου για τις μετακινήσεις, τις μεταφορές και την άμυνα, οδήγησε ήδη από τη Μυκηναϊκή περίοδο στη δημιουργία μιας κεντρικής οδικής αρτηρίας που ξεκινούσε από τον Υμηττό με κατεύθυνση από Βορρά προς Νότο. Αυτή η αρχαία αστική οδός διατηρήθηκε αναλλοίωτη μέχρι τα μέσα του περασμένου αιώνα ενώ κατά τη δεκαετία του 1960 είχαν απομείνει μόνο ορατά ίχνη και τμήματά της με παρόδια μνημεία καθώς η διαπλάτυνση της ήδη κατασκευασμένης λεωφόρου Βουλιαγμένης κατέστρεψε μεγάλο μέρος της.

Ως όμοροι δήμοι το Ευώνυμον και ο Αλιμούς, εξυπηρετούνταν από τους ίδιους κεντρικούς άξονες. Ο ένας, ηπειρωτικός, ξεκινούσε από το άστυ και διέσχιζε τους δήμους της Αλωπεκής και του Ευώνυμου (στις ανατολικές παρυφές του Αλιμούντος) και συνέχιζε νότια προς την Αιξωνή και τις Αλές Αιξωνίδες (Βούλα).

Ο άλλος, ο παράκτιος, ξεκινούσε από τον Πειραιά διέσχιζε το Φάληρο, τον Αλιμούντα και συνέχιζε προς την Αιξωνή. Αυτές οι δυο κεντρικές οδοί συνδέονταν μεταξύ τους με μια άλλη οδό η οποία βρίσκονταν στην ίδια θέση που καταλαμβάνει η σημερινή λεωφόρος Αλίμου και αποτελούσε ένα φυσικό πέρασμα.

Επίσης ενδιάμεσα της κεντρικής αρτηρίας υπήρχαν δευτερεύουσες οδοί που εντάσσονταν σε ένα αρχαίο εσωτερικό δημοτικό δίκτυο και εξυπηρετούσαν τις ανάγκες των δημοτών προς τα κτήματά τους, τη θάλασσα, το βουνό και άλλους κοινόχρηστους χώρους, όπως αυτή που ένωνε την αρχαία αστική οδό με το αρχαίο θέατρο του Ευώνυμου στο δήμο Αλιμούντος.